Συνέντευξη: Ταινία «Τυφλή Πίστη»

Ταινία – «Τυφλή Πίστη»: 

Συνέντευξη Νικόλαου Δαλέζιου/Γράφει ο Παναγιώτης Θωμάς

Το «Πυθαγόρειο Θεώρημα» ανοίγει τις πύλες του στην έβδομη τέχνη κι έχω την τιμή να κάνω τη πρώτη συνέντευξη που αφορά ελληνική ταινία που πρόκειται να βγει στη μεγάλη οθόνη το επόμενο διάστημα. Η ταινία ονομάζεται «Τυφλή Πίστη» σε σενάριο και σκηνοθεσία της Ακριβής Κόλλια και τη παραγωγή αναλαμβάνει η εταιρεία «Καλλίεργον». Ήρθα σε επαφή με τον Διευθυντή Φωτογραφίας της ταινίας, Νίκο Δαλέζιο ο οποίος μου έδωσε μία ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα συνέντευξη.

Καλώς εχόντων των πραγμάτων, όπως μας αποκάλυψε ο Νίκος Δαλέζιος, η παραγωγή θα ξεκινήσει τα επίσημα γυρίσματα το 2022, ώστε να την απολαύσουμε το 2023. Πρόκειται για ένα θρησκευτικό θρίλερ που για πρώτη φορά γυρίζεται ταινία του συγκεκριμένου είδους στην Ελλάδα. 

Η σύνοψη του σεναρίου -όπως τη βρίσκουμε στο επίσημο site της ταινίας blindfaithmovie.com- είναι η παρακάτω: «Μετά από μια καταστροφική πυρκαγιά στο βουνό του ορεινού χωριού, η ζωή της δεκατετράχρονης Ζωής άλλαξε ριζικά. Ο πατέρας της πέθανε στις φλόγες, ενώ εκείνη σώθηκε τελευταία στιγμή από τον Γιάννη, τον θείο της. Δεν μίλησε ξανά, ούτε αποχωρίστηκε το μαντήλι που έκρυβε το μισοκαμμένο πρόσωπό της.». 

Μετά από μία αλληλουχία τραγικών γεγονότων, η σύνοψη συνεχίζει ως εξής: 

«Αναζητώντας το κορίτσι οδηγήθηκε στη σπηλιά του βουνού όπου η Ζωή κρυβόταν, στην ανάγκη της να βρίσκεται μακριά από τους ανθρώπους. Φτάνοντας εκεί είδε γύρω του έκπληκτος μισοκατεστραμμένες αγιογραφίες, που φανέρωναν πως η σπηλιά ήταν κάποτε Ορθόδοξος Χριστιανικός Ναός, που χάθηκε μέσα στο χρόνο. Η σθεναρή παρουσία του Ιερέα στο πλευρό του κοριτσιού, θα αποκαλύψει σκοτεινά μυστικά που γρήγορα θα αποβούν μοιραία για τον Πατέρα Θεόπνευστο αλλά και θα καθορίσουν τη μελλοντική ζωή της Ζωής.»

Η ταινία θα έχει ως πρωταγωνιστή τον γνωστό σε όλους Χρήστο Βασιλόπουλο, αλλά και άλλα μεγάλα ονόματα – εκπλήξεις. Ο Νίκος Δαλέζιος στη μονόωρη ηχητική συνέντευξη που μου έκανε τη τιμή να μας παραχωρήσει, έδωσε απαντήσεις σε ένα ευρύ φάσμα ερωτήσεων που ως επίκεντρο είχαν τη διαδικασία παραγωγής της ταινίας, αλλά και το περιεχόμενό της. Η συζήτηση επεκτάθηκε για τις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν στον ελληνικό κινηματογράφο, αλλά και στις συγκριτικές αντιθέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στις ελληνικές και στις διεθνείς κινηματογραφικές παραγωγές.

Μία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης που απαντάει σε απορίες όπως: πώς είναι να είσαι μέρος ενός οράματος που έχει γυναικείο άρωμα, πώς πείθεται ένας Έλληνας ηθοποιός για να έρθει από το Hollywood στην Ελλάδα, ποιές είναι οι δυσκολίες στο στάδιο της χρηματοδότησης, πόση σημασία έχει ο τόπος και η επιλογή περιοχής για μία ταινία, πόσο ταλέντο υπάρχει σε ανθρώπους που αποζητούν μία ευκαιρία για αρκετά χρόνια στον ελληνικό κινηματογράφο, πώς είναι να βλέπεις ουσιαστικό ενδιαφέρον από χώρες του εξωτερικού και σε πολλά άλλα ερωτηματικά που θα μας βάλουν για πρώτη φορά πίσω από τις κάμερες και θα νιώσουμε μέρη μίας τεράστιας προσπάθειας ανθρώπων που έχουν μεράκι και αγαπούν αυτό που κάνουν.

Τέλος, πέρασα τη συνέντευξη από τη διαδικασία απομαγνητοφώνησης ώστε όσες/ όσοι δε θέλουν να την ακούσουν, να μπορούν να τη διαβάσουν. Ευχαριστώ για άλλη μία φορά τον Πυθαγόρα για τον χώρο που μου δίνει, αλλά και τον Νίκο Δαλέζιο για τις κατατοπιστικές, αλλά και αναλυτικές απαντήσεις που μας έδωσε, ώστε να μπούμε κι εμείς μέσα στα όνειρα και στις ελπίδες τους ως σινεφίλ, αλλά και λάτρεις της αυθεντικής καλλιτεχνικής προσπάθειας. Με το καλό να δούμε τη «Τυφλή Πίστη» στη μεγάλη οθόνη.

Παρακάτω, η συνέντευξη. Ευχαριστούμε για τον χρόνο σας.

Απαραίτητες πληροφορίες για την «Τυφλή Πίστη»:

Σκηνοθέτης & Σεναριογράφος : Ακριβή Κόλλια

Διευθυντής Φωτογραφίας: Νίκος Δαλέζιος

Βοηθός Σκηνοθέτη: Δημήτρης Καβάκος

Παραγωγός: Βασιλική Κατέρη

Πρωταγωνιστές: Χρήστος Βασιλόπουλος & Νιόβη Βλατάκη

Εταιρεία Παραγωγής: Καλλίεργον

Instagram Accounts: @daleziosnikos @kalliergon

*και προσωπικό Instagram account: @panagiotis.thomas

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ 

*μετά από απομαγνητοφώνηση της ηχητικής συνέντευξης

Π: Καλησπέρα σε όλες και όλους. Ονομάζομαι Παναγιώτης Θωμάς, για να αρχίσουμε τις συστάσεις ώστε να ξέρουμε ποιοί μιλάνε με ποιούς. Αυτή η συνέντευξη θα γίνει για το «Πυθαγόρειο Θεώρημα» και ευχαριστώ πάρα πολύ τον Πυθαγόρα που μου έδωσε την άδεια ώστε να κάνουμε τη συγκεκριμένη συνέντευξη. 

Αυτός που σας μιλάει αυτή τη στιγμή είναι απόφοιτος της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού (ΑΕΝ), ραδιοφωνικός παραγωγός σε τοπικό σταθμό της Κεφαλονιάς όσο ήταν φοιτητής, αρθρογράφος σε διάφορα sites και μπορείτε να βρείτε και διάφορά μου άρθρα στο «Πυθαγόρειο Θεώρημα» και συγγραφέας του βιβλίου «Ανθρωπίνως Δυνατά» από τις εκδόσεις Όστρια (2018). 

Πάμε τώρα στα σημαντικά, σε αυτόν που έχουμε μαζί μας. Αυτός που έχουμε μαζί μας, ονομάζεται Νίκος Δαλέζιος, είναι απόφοιτος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου που εδράζεται στο Ναύπλιο, πτυχιούχος μεταπτυχιακού προγράμματος «Ψηφιακές Μορφές Τέχνης» στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ) και μέχρι τώρα έχει συμμετάσχει πίσω από τις κάμερες σε πολλές ταινίες μικρού μήκους και έχει κάνει και ένα ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους «Οι Φωνές από το Υπόγειο» το 2013. Για αυτό που τον έχουμε μαζί μας, είναι μία ταινία που επρόκειτο να λάβει μέρος ως Διευθυντής Φωτογραφίας. Η ταινία ονομάζεται «Τυφλή Πίστη» σε σενάριο και σκηνοθεσία της Ακριβής Κόλλια. 

Νίκο Καλησπέρα… 

Ν: Καλησπέρα σας. Ευχαριστώ πάρα πολύ για την φιλοξενία.

Π: Εμείς ευχαριστούμε που είσαι μαζί μας.

Ν: Πολύ σωστά τα είπατε. Χαίρομαι που μας δίνεται η ευκαιρία, έστω και από απόσταση λόγω κορονοϊού, να τα πούμε.

Π: Θα μιλάμε και στον ενικό. 

Ν: Ωραία – ωραία. Παρακαλώ, είμαι στη διάθεσή σας.

Π: Ωραία, να πούμε ότι… «Τυφλή Πίστη» έτσι; Ακριβή Κόλλια σενάριο – σκηνοθεσία. Βοηθός σκηνοθέτη, αν ξεχάσω κάποιον να μου το πεις, Δημήτρης Καβάκος.

Ν: Ναι, πολύ ωραία και τα υπόλοιπα θα τα πω εγώ, Διευθυντής Φωτογραφίας είμαι εγώ, Νίκος Δαλέζιος και αυτό το οποίο θα ήθελα περισσότερο να πω είναι ότι με επιμονή της συμφοιτήτριάς μου κατά τύχη και στα δύο τμήματα… και στο Θεατρικών σπουδών, αλλά και στη Καλών Τεχνών, της Ακριβής Κόλλια, περίπου πριν δύο χρόνια είχε γίνει μια κουβέντα για το ενδιαφέρον το οποίο είχε η ίδια πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα και σε συγκεκριμένα θέματα που την απασχολούσαν να φτιάξει ένα σενάριο και να κάνει μια ταινία. Οι πρώτες κουβέντες είχαν γίνει για να ξεκινήσει μία συνεργασία μεταξύ μας στο επίπεδο του μοντάζ. Στη συνέχεια όμως, όπως είχαμε έρθει και περισσότερο κοντά και συζητούσαμε τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες, η πρόταση η οποία έπεσε στο τραπέζι ήταν να αναλάβω την φωτογραφία της συγκεκριμένης ταινίας.

Π: Ναι, προλαβαίνεις και ερωτήσεις. Δηλαδή μου απαντάς και σε ερωτήσεις που είχα σκοπό…γιατί θα σου ‘λεγα, «πώς έχετε έρθει κοντά;», αλλά ήταν συμφοιτήτριά σου λοιπόν έτσι; 

Ν: Ναι, ναι ήταν συμφοιτήτριά μου κατά τύχη και στα δύο τμήματα. Είχαμε περάσει μαζί και το προπτυχιακό τμήμα και το μεταπτυχιακό και σε αυτό το σημείο ιδιαίτερα έχει ενδιαφέρον το γεγονός του ότι εγώ το 2013, σε μία εκδήλωση που είχε κάνει το τμήμα του Ναυπλίου είχα ξαναέρθει σε επαφή με την Ακριβή που είχε μεσολαβήσει ένα διάστημα που δεν είχαμε μιλήσει. Είχα δει τότε τη πτυχιακή της εργασία και από μέσα μου – κατά κάποιο τρόπο – είχα ενθουσιαστεί και ήθελα πάρα πολύ να συνεργαστώ μαζί της, διότι αυτό το οποίο ξεχώρισα στη συγκεκριμένη σκηνοθέτη – κι έχει μεγάλη σημασία το ότι είναι γυναίκα σκηνοθέτης – ήταν η ευαισθησία με την οποία αντιμετώπιζε τα θέματα τα οποία επέλεγε να κάνει ταινίες και να σκηνοθετήσει, καθώς επίσης και η πάρα πολύ πρωτότυπη και εξασκημένη μάτια της. Παρότι οι ταινίες της υπολειπόντουσαν σε τεχνικά μέσα και σε επίπεδο – να το πούμε – παραγωγής, η ουσία ήταν πραγματικά αυτό το οποίο τις έκανε να ξεχωρίζουν και αυτό το οποίο ήταν ελκυστικό για εμένα, καθώς επίσης και για όλους τους ανθρώπους τους οποίους πλέον συνεργάζονται μαζί της στην ταινία την οποία είναι να κάνει που λέγεται «Τυφλή Πίστη».

Π: Τότε μιλάς για ταινίες μικρού μήκους, για εκείνα τα χρόνια; 

Ν: Ακριβώς, μιλάω κυρίως για ταινίες μικρού μήκους όπως ξεκινάνε οι περισσότεροι στην Ελλάδα κινηματογραφιστές οι οποίες πολλές φορές περιορίζονται σε μια προβολή σε κάποιο φεστιβάλ αν γίνουν αποδεκτές. Πάρα πολλές φορές, πολλές απ’ αυτές τις ταινίες χάνονται και δεν τις βλέπει κανένας. Άσχημο πράγμα αυτό… 

Π: Πάρα πολύ άσχημο… 

Ν: Και ακόμα πιο λίγες φορές διακρίνονται στο εξωτερικό, όπως πολύ πρόσφατα, ταινίες μικρού μήκους οι οποίες διακρίθηκαν σε μεγάλα φεστιβάλ, όπως το Φεστιβάλ των Καννών, στη Γερμανία και στο Sundance και σε άλλα φεστιβάλ. Κι εγώ μέχρι τώρα κυρίως με ταινίες μικρού μήκους απασχολούμουν και εξασκούσα αυτά τα οποία γνωρίζω και μαθαίνω κι είναι η πρώτη ουσιαστικά ταινία μετά από ένα ντοκιμαντέρ το οποίο είχα κάνει, μεγάλου μήκους…

Π: Αυτό που είπαμε, «Φωνές από το Υπόγειο»…

Ν: Ναι, «Φωνές από το Υπόγειο» ακριβώς, το 2013. Είναι η πρώτη (ταινία) μεγάλου μήκους που κάνω, καθώς επίσης είναι κι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία την οποία κάνει η Ακριβή και πολλοί άλλοι συντελεστές της ταινίας. 

Π: Θα τα πούμε αυτά, θα τα πούμε. Απλά να πούμε… ονόματα. Πέρα από τον βοηθό σκηνοθέτη που είπαμε, Δημήτρης Καβάκος. Μετά; 

Ν: To πιο σημαντικό για να υλοποιηθεί μία ταινία είναι η παραγωγή. 

Π: «Καλλίεργον»

Ν: Ακριβώς. Τη παραγωγή την έχει αναλάβει η εταιρεία «Καλλίεργον» με επικεφαλής τη Βασιλική Κατέρη η οποία είναι – θα το πω πολύ απλά – η μητέρα όλων μας και κάτι παραπάνω ουσιαστικά. Τρέχει το εκτελεστικό κομμάτι, καθώς επίσης αυτή τη στιγμή είμαστε και σε συνεννόηση και σχεδόν συμφωνία με μία ομάδα παιδιών νεαρών από την Γερμανία οι οποίοι και αυτοί προσφάτως σε μία συνάντηση που είχαμε από κοντά εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους για να συμμετάσχουν στη ταινία και να μας βοηθήσουν και τεχνικά και με την παρουσία τους κατά τα γυρίσματα της ταινίας. Η «Elb Picturez» όπως ονομάζεται η συγκεκριμένη εταιρεία. Καθώς επίσης και πράγματα τα οποία θα τα πούμε στη συνέχεια με τον ηθοποιό – έκπληξη τον οποίο είχαμε καλέσει και ο ίδιος απ’ ό,τι ενημερωθήκαμε ενδιαφέρεται και αυτός να μπει ως συμπαραγωγός. 

Π: Μάλιστα, μάλιστα. Οπότε τώρα μιλάμε για μία ελληνογερμανική – πλέον – παραγωγή. Ξεκίνησε δηλαδή ως ένα όραμα της «Καλλίεργον», μίας εταιρείας που εδράζεται στη Μάνη, για να πούμε κιόλας ότι η ταινία γυρίζεται στη Μάνη έτσι; 

Ν: Και αυτό είναι ένα ενδιαφέρον (σημείο) το οποίο μπορώ να σας πω την ιστορία πίσω από αυτό. Όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στην εταιρεία παραγωγής η συγκεκριμένη ιδέα, περισσότερο χωρίς να ξέρει καμία από τις δύο μεριές για το πώς ακριβώς θα γίνει η συγκεκριμένη ταινία, αυτό το οποίο ειπώθηκε από τη παραγωγό μας είναι το εξής πολύ απλό: «Κοίταξε να δεις, η ταινία θα γυριστεί εδώ στη Μάνη γιατί όλα αυτά τα οποία αναφέρονται μέσα στο σενάριο μπορούμε να τα βρούμε στη συγκεκριμένη περιοχή». Κι είναι γεγονός, πράγμα το οποίο επιβεβαιώσαμε εμείς και πριν δύο χρόνια που πήγαμε για ένα πρώτο reperage (η διαδικασία εύρεσης κατάλληλων χώρων για τη ταινία), αλλά και ακριβώς πριν από δύο μήνες που πήγαμε για να ψάξουμε περισσότερο, επιβεβαιώσαμε ότι όντως η συγκεκριμένη περιοχή της Ελλάδας είναι αυτή η οποία μας καλύπτει το μέγιστο δυνατό ώστε να υλοποιήσουμε με τον μέγιστο δυνατό τρόπο τη ταινία και το όραμά μας. 

Π: Βοηθούσε και στο κλίμα της ταινίας δηλαδή; Πραγματικά εκείνος ο τόπος είναι αυτός που θα αναδείξει και την ταινία ακόμα περισσότερο; 

Ν: Ακριβώς και σε αυτό το σημείο μπορούμε να πούμε ότι έχουμε βοηθηθεί κυρίως από τους ανθρώπους που είναι εκεί, τους Μανιάτες. Κυρίως τα γυρίσματα θα γίνουν στην Δυτική Μάνη σε τόπους και σε μέρη τα οποία πρώτη φορά θα φανούν σε μία κινηματογραφική ταινία. Ακόμα -ακόμα και στην τηλεόραση παρά τις όποιες παραγωγές που γίνονται εκεί που επιλέγουν κυρίως να δείξουν άλλα μέρη. 

Π: Ναι, παραδείγματος χάρη για να πούμε και κάτι (άλλο). Πρωταγωνιστής θα είναι ο Χρήστος ο Βασιλόπουλος. 

Ν: Έτσι ακριβώς. Αυτό ήτανε μία πολύ μεγάλη έκπληξη για όλους μας. 

Π: Γιατί αυτή είναι η επόμενή μου ερώτηση… να σου πω πώς τον πείσατε και ποιό ήταν το μυστικό σας; Τι κάνετε;

Ν: Σε αυτό το σημείο έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ότι πέρασαν αρκετοί ηθοποιοί πέρασαν από audition για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Μετά από πάρα πολλές πρόβες και έρευνα που έγινε μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια που ήταν κάτω από αντίξοες συνθήκες λόγω κορονοϊού.

Π: Συγγνώμη που σε διακόπτω, αλλά ξέρεις γιατί έκανα αυτή τη σύνδεση (για τον Χρήστο Βασιλόπουλο), γιατί συμμετείχε και στην άλλη σειρά, στη «Γη της Ελιάς» που πάλι έχει να κάνει με τη Μάνη. Οπότε έτσι γίνεται η σύνδεση.

Ν: Ακριβώς! Εδώ είναι τα κομμάτια που δείχνουν τη τύχη η οποία υπάρχει και η ευλογία που υπάρχει ουσιαστικά…

Π: Για πες μου, πώς έγινε – πώς έγινε; 

Ν: Λοιπόν, αυτό το οποίο έχει ενδιαφέρον είναι το εξής: Όπως είπα πριν, πολλοί ηθοποιοί περάσανε από audition για τον πρωταγωνιστικό ρόλο…

Π: Του «Πατέρα Θεόπνευστου». Θα πούμε παρακάτω το σενάριο… 

Ν: Ακριβώς. Του «Πατέρα Θεόπνευστου» που είναι και ο πρωταγωνιστής της ταινίας. Θα συζητήσουμε μετά λίγο για το σενάριο.

Π: Ναι, πρέπει, πρέπει.

Ν: Έγιναν ουσιαστικά διάφορες auditions. Δε μπορούσαμε να βρούμε κάποιον άνθρωπο ο οποίος μας κάλυπτε και στο υποκριτικό κομμάτι, αλλά και στο οπτικό κομμάτι. Κάποια στιγμή, καθώς η Ακριβή έψαχνε στο Instagram της, πέτυχε μία φωτογραφία του ηθοποιού – πολύ γνωστού διάσημου, 13 χρόνια καριέρας στο Hollywood, του Χρήστου Βασιλόπουλου. Μιλώντας με την παραγωγό, μεταξύ σοβαρού και αστείου, της είπε ότι «Κοίταξε να δεις, αυτόν εγώ θέλω για πρωταγωνιστικό ρόλο» και η παράγωγος μας, επειδή υποστηρίζει ότι το οτιδήποτε πρέπει να γίνει, πρέπει να γίνει την ίδια στιγμή και να μην το αφήσουμε για αύριο, με περίσσιο θάρρος και θράσος έστειλε προσωπικό μήνυμα στον Χρήστο Βασιλόπουλο προωθώντας του και το σενάριο.

Π: Η Βασιλική Κατέρη (παραγωγός) που μου είπες πριν; 

Ν: Ακριβώς. Μέσα σε πολύ λίγες ώρες, επειδή υπάρχει και μία μεγάλη διαφορά ώρας ανάμεσα σε Ελλάδα και Los Angeles, ο Χρήστος Βασιλόπουλος μας είπε ότι έλαβε το σενάριο και θα το διαβάσει.

Π: Συγγνώμη – συγγνώμη τώρα, γιατί πρέπει να το τονίσουμε αυτό. Χωρίς ατζέντηδες – χωρίς μεσάζοντες το σενάριο πήγε…

Ν: Χωρίς τίποτα.

Π: Μάλιστα, ok!

Ν: Και αμέσως μετά από μία ώρα απάντησε σε μήνυμα ότι το σενάριο τον ενδιαφέρει πάρα πολύ. Δεν μπορεί να φανταστεί ποιος είναι ο λόγος όπου άλλοι ηθοποιοί ενδεχομένως αρνήθηκαν το συγκεκριμένο ρόλο.

Π: Ε, θα στο ‘λεγα, γιατί τον έχω ακούσει σε συνεντεύξεις. Αυτό λέει ακριβώς. Ναι. 

Ν: Και ο ίδιος ακριβώς είναι διατεθειμένος να έρθει στην Ελλάδα, να μας γνωρίσει από κοντά και να προχωρήσει η παραγωγή. Λοιπόν… και από τότε τα πράγματα πήραν μία καταπληκτική τροπή, αλλιώτικη που δε τη φανταζότανε ακόμα και ο πιο ευφάνταστος σκηνοθέτης στη προκειμένη περίπτωση. Με τον Χρήστο Βασιλόπουλο να θέλει να έρθει στην Ελλάδα για να μας γνωρίσει και να πάμε να δούμε τα μέρη που θα γυριστεί η ταινία και να μελετήσει το ρόλο και να κάνει και μία έρευνα πάνω στο ρόλο, γιατί είναι ηθοποιός ο οποίος έχει συγκεκριμένη μέθοδο που μελετά τους ρόλους του και ενώ ήτανε να έρθει, ξαφνικά του έρχεται και μία πρόταση που κλείδωνε με τις ημερομηνίες που είχε κανονίσει να για να παίξει και στην συγκεκριμένη σειρά «Η Γη της Ελιάς» η οποία – σημειωτέον – παρότι αναφέρεται ότι γυρίζεται στη Μάνη, τα γυρίσματα είναι στην Κύπρο. 

Π: Μάλιστα, Ok. Λόγω Ανδρέα Γεωργίου να φανταστώ, κυρίως…

Ν: Ε, ναι. Τα γυρίσματα είναι στη Κύπρο. Παρότι η σειρά αναφέρεται στη Μάνη, κι έχει μερικά γυρίσματα στη Μάνη. Κατ’ επέκταση ήταν να εργαστεί και σε άλλη μία ταινία ελληνοκαναδική η οποία – νομίζω – ήταν να γίνει, αλλά εν τέλει ακυρώθηκε. Όπως και να ‘χει, ο Χρήστος Βασιλόπουλος πέταξε από το Λος Άντζελες, ήρθε στην Ελλάδα, πήγαμε στη Μάνη, κάναμε μία σειρά από πρόβες στους βασικούς χώρους που έχουν επιλεγεί για τη συγκεκριμένη ταινία. 

Π: Με καταγωγή από τη Μεσσηνία. Οπότε γνωρίζει τους χώρους. 

Ν: Με καταγωγή από τη Μεσσηνία ακριβώς. Αυτό ήτανε το άλλο θαύμα της όλης υπόθεσης όπου, χαρακτηριστικά, ήταν πολλοί άνθρωποι οι οποίοι ήδη τον γνώριζαν, όχι μόνο από την καριέρα του, αλλά τον γνώριζαν και προσωπικά, όπου πηγαίναμε. Και εν συνεχεία, οι πρόβες συνεχίστηκαν στην περιοχή της Ερέτριας. Εκεί ήρθαμε σε επαφή με ανθρώπους της Εκκλησίας, με ιερομόναχους, ιερείς. Ο Χρήστος, μαζί τους, μελέτησε πράγματα τα οποία αφορούν κάποιες θρησκευτικές διαδικασίες τις οποίες θα πρέπει να εκτελέσει και ο ίδιος που ενσαρκώνει έναν ιερέα στην ταινία. 

Π: Ναι, γιατί πρόκειται… να το πούμε αυτό, γιατί τώρα θα λένε «ιερείς για τις ταινίες, τι έγινε;», αλλά να το διευκρινίσουμε, επειδή πρόκειται για ένα «θρησκευτικό θρίλερ» ουσιαστικά. Οπότε για αυτό και τα έκανε όλα αυτά ο Χρήστος Βασιλόπουλος. Συνέχισε…

Ν: Ακριβώς. Επειδή ο πρωταγωνιστικός ρόλος που ενσαρκώνει είναι ένας ιερέας ενός χωριού, είδε από κοντά πώς είναι οι ιερείς σε ένα χωριό. Ρωτήσαμε για διάφορα θέματα τα οποία αφορούν κάποιες θρησκευτικές διαδικασίες και τελετουργίες οι οποίες πρέπει να φανούν στη ταινία και να είναι ακριβώς πιστές και μελετημένες. Καθώς επίσης σε κουβέντες που είχε με τους ιερείς, του πρότειναν να πάει και στο Άγιο Όρος, κάτι το οποίο και ακολούθησε αμέσως μετά την Ερέτρια. Πήγε…    

Π: Αυτό θα σε ρώταγα, γιατί τον είχα ακούσει σε συνέντευξη που έλεγε ότι «πρόκειται να πάω».  Πήγε τελικά έτσι;

Ν: Πήγε στο Άγιο Όρος. Έκατσε μερικές μέρες εκεί και προσωπικά αυτό το οποίο εγώ μπορώ να αποκαλύψω είναι ότι γύρισε άλλος άνθρωπος. Ο ίδιος ακολουθεί την μέθοδο των ηθοποιών που πρώτα ψάχνουν, ερευνούν ενδελεχώς τον ρόλο του κι έπειτα αποδίδουν. Αυτό το οποίο μπορώ να σημειώσω είναι ότι ο Χρήστος από τη πρώτη στιγμή που ήρθε, δεν είχαμε κανένα πρόβλημα ως προς το πώς θα τοποθετηθεί στη κάμερα. Αυτό το κομμάτι το οποίο όμως χτίζει ο Χρήστος είναι και το πιο ουσιαστικό πάνω στον ρόλο τον οποίο θα ενσαρκώσει που είναι το «ποιός είναι ο χαρακτήρας» του ιερέα. Και σε αυτό το κομμάτι συνεχίζει και εργάζεται έχοντας πάρει όλα αυτά τα δεδομένα από εδώ, και εκεί που βρίσκεται.   

Π: Και κάπου εδώ να πούμε για να το κλείσουμε και αυτό (το θέμα) του Χρήστου Βασιλόπουλου ότι πρόκειται για έναν ηθοποιό που ξεκίνησε από συμμετοχές στο «Δεληγιάννειον Παρθεναγωγείων», στις «Ιστορίες του Αστυνόμου Μπέκα», στη «Λόλα» και αφού έφυγε στην Αμερική τον είδαμε στο «Banshee», στο «Blindspot», στο «Last Ship». Δηλαδή έρχεται ένας άνθρωπος εδώ για την ταινία ο οποίος πραγματικά έχει ένα πολύ ενδιαφέρον βιογραφικό που είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό έτσι; 

Ν: Ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον βιογραφικό. Έφερε μαζί του μία δύναμη, μία ενέργεια η οποία χρειαζόταν και σε εμάς, ιδιαίτερα σε μία καμπή που είχαν φτάσει τα προπαρασκευαστικά βήματα της συγκεκριμένης ταινίας και παραγωγής και μπορώ να πω ότι μας είχε πάρει και λίγο από κάτω, γιατί φανταστείτε ότι δυο χρόνια μέσα στον κορονοϊό οι δουλειές οι οποίες μπορούσαν να γίνουν ήταν πάρα πολύ λίγες. Οι ελπίδες μας είχαν αρχίσει να μειώνονται και ουσιαστικά ερχόμενος ο Χρήστος, δε μας έφερε μόνο τον εαυτό του, αλλά και αυτή τη μεγάλη δύναμη και αυτή τη μεγάλη ενέργεια για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε αυτό το οποίο είχαμε ξεκινήσει και αυτό το οποίο κάναμε.

Π: Ο οποίος είπε σε συνέντευξή του ότι θα συμμετέχει και στον τομέα της παραγωγής, απ’ ό,τι άκουσα.

Ν: Ακριβώς και αυτό ήταν κάτι το οποίο το είχα πει και το ανέφερα κι εγώ πιο πριν. Ενδιαφέρεται πάρα πολύ και είναι χρήσιμο ιδιαιτέρως για εμάς η συμμετοχή του στον τομέα της παραγωγής και της προώθησης της ταινίας. Ο Χρήστος έχει τη δυνατότητα εκεί που βρίσκεται να έρθει σε επαφή με ανθρώπους του κινηματογράφου, να κάνει το λεγόμενο «pitching», είναι ένας όρος ο οποίος χρησιμοποιούμε, του σεναρίου και της ταινίας. Έχοντας μαζί του φωτογραφίες, τρέιλερ, site και όλη τη παραγωγή και όλη τη προσπάθεια που έχει γίνει μέχρι τώρα ούτως ώστε να προωθήσει τη ταινία για να βρει ενδεχομένως χρηματοδότες και ανθρώπους οι οποίοι ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στη συγκεκριμένη δουλειά και να μας χρηματοδοτήσουν. Το κομμάτι της χρηματοδότησης είναι ένα κομμάτι που μπορούμε να το συζητήσουμε στη συνέχεια, το τι γίνεται γενικότερα.

Π: Βεβαίως, βεβαίως. Να πούμε επίσης τώρα εκτός από τον Χρήστο Βασιλόπουλο ότι η συμπρωταγωνίστριά του είναι η Νιόβη Βλατάκη.

Ν: Ναι, ακριβώς. Πάλι εδώ φανήκαμε ιδιαιτέρως τυχεροί, διότι μέσα στη διαδικασία την οποία είχαμε ξεκινήσει, ένας συνεργάτης μας, μας ανέφερε ότι για τον συγκεκριμένο ρόλο έχει κάτι συγκεκριμένο στο νου του. Παρότι είχαμε δει και άλλα κορίτσια τα οποία σε ηλικία ήταν ακριβώς, γιατί…

Π: Γιατί με βάση το σενάριο, απ’ ό,τι ξέρουμε Νίκο, η «Ζωή» ως δεκατεσσάρων χρονών κορίτσι, κι έχει περάσει τα πάνδεινα μέσα στο σενάριο, θα μου τα πεις… εσείς κάνατε και μία έρευνα αναλόγως με την ηλικία ή πώς (αλλιώς) το κάνατε ακριβώς;

Ν: Το κομμάτι της συγκεκριμένης ηρωίδας είχε μείνει λίγο απροσδιόριστο, από την άποψη ότι υπάρχει πολύ μεγάλη δυσκολία στο να βρεις ένα παιδί να μπορεί να παίξει, να συμμετάσχει και να ανταποκριθεί σε απαιτητικά γυρίσματα τα οποία θα έχει η συγκεκριμένη ταινία. Γινόταν μία έρευνα. Ήρθαμε σε επαφή με παιδιά, με τους γονείς τους. Απλά ήταν πάρα πολύ δύσκολο να βρεθεί ένας κοινός τόπος και ένας κοινός τρόπος συνεργασίας και αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο, γιατί θα έπρεπε να γίνουν πρόβες, δοκιμές, screen tests, συνέχεια να υπάρχουν μετακινήσεις. Οπότε έπεσε η ιδέα ότι μήπως θα πρέπει να απευθυνθούμε σε κάποια κοπέλα η οποία θα είναι μεγαλύτερης ηλικίας και να υπάρξει η ανάλογη αλλαγή στο σενάριο.

Π: Συν του ότι θα ήταν και πολύ σκληρός ρόλος για ένα παιδί δεκατεσσάρων χρονών.

Ν: Είναι ένας ιδιαίτερα σκληρός ρόλος, πολύ δε όταν μιλάμε για μια ταινία η οποία θίγει ιδιαιτέρως ευαίσθητα σημεία πρέπει να υπάρχει και μια πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, ακριβώς στο πώς θα διαχειριζόσουν την παρουσία ενός παιδιού μέσα σε τέτοια απαιτητικά γυρίσματα παρόντος του κάποιου γονιού και γενικότερα ένα πολύ σοβαρό θέμα κι ένα πολύ σκληρό ζήτημα το οποίο αφορά τη παραγωγή. Οπότε εκεί είχαν αρχίσει και έβγαιναν κάποιες ιδέες μήπως εν τέλει θα ήταν σωστό να χρησιμοποιήσουμε κάποια κοπελιά μεγαλύτερης ηλικίας και να αλλάξει αντίστοιχα και ο ρόλος. Εκεί ήταν που φανήκαμε τυχεροί και βρέθηκε στον δρόμο μας – από σπόντα θα έλεγα – η Νιόβη. Μια πραγματικά υπερταλαντούχα κοπέλα, υψίφωνος της Λυρικής, σπουδάζει στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών στην Αθήνα, ασχολείται σιγά – σιγά με την υποκριτική και παρότι είναι είκοσι χρονών, μοιάζει κυριολεκτικά μία κοπελιά δεκατεσσάρων χρονών. Είναι ακριβώς αυτό που ζητούσαμε. Βολεύει απόλυτα και είναι ακριβώς αυτό το οποίο θέλαμε για την ταινία.

Π: Μάλιστα. Τώρα, αφού είπαμε και για τους δύο πρωταγωνιστές, πες μου λίγο – μιας και λέμε τόση ώρα για τον Πατέρα Θεόπνευστο και για το κοριτσάκι, τη Ζωή που είναι δεκατεσσάρων χρονών -… πες μου λίγα λόγια και για το σενάριο για να καταλάβουν όλοι περί τίνος πρόκειται. Θρησκευτικό θρίλερ λοιπόν.

Ν: Ναι, θρησκευτικό θρίλερ. Είναι κάτι το οποίο απ’ όσο έχουμε ερευνήσει δεν έχει γυριστεί στην Ελλάδα μέχρι στιγμής. Το σενάριο της συγκεκριμένης ταινίας το οποίο έχει γραφτεί από την Ακριβή και από τον συνεργάτη της και βοηθό σκηνοθέτη, τον Δημήτρη Καβάκο. Έχει βοηθήσει ουσιαστικά κι ο Δημήτρης. Αναφέρεται (το σενάριο) στη Ζωή (κεντρική ηρωίδα) και στο τι ακριβώς έχει πάθει σε ένα χωριό της Ελλάδας.

Π: Το οποίο χωριό δε διευκρινίζεται. Το χωριό θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε χωριό της Ελλάδας.

Όχι, όχι, δε διευκρινίζεται. Θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε χωριό.

Π: Έχει τη σημασία του.

Ν: Ναι, έχει τη σημασία του. Ουσιαστικά η σχέση η οποία διαμορφώνεται μεταξύ του συγκεκριμένου κοριτσιού και του ιερέα ο οποίος μετά από ένα σημαντικό και σοκαριστικό γεγονός για την κοινωνία του χωριού έρχεται αντιμέτωπος με ένα μυστικό. Στη συνέχεια της ταινίας, ο κεντρικός μας ήρωας έρχεται αντιμέτωπος με ένα δίλλημα, μία αμφιταλάντευση ανάμεσα στο τι πρέπει να κάνει και να πράξει ως ιερέας, αλλά και σε αυτό το οποίο πρέπει να κάνει και να πράξει σαν άνθρωπος ξεπερνώντας, ενδεχομένως, τον ρόλο του ιερέα.

Π: Οπότε έχουμε τη σύγκρουση θεϊκού στοιχείου με ανθρώπινο.

Ν: Οπότε, ναι, υπάρχει εμφανώς αυτή η σύγκρουση η οποία πλαισιώνεται και από άλλους ρόλους και άλλους ηθοποιούς οι οποίοι προωθούν τη συγκεκριμένη ιστορία. Είναι μία ταινία όπως λέμε «θρησκευτικό θρίλερ». Το «θρησκευτικό» μας παραπέμπει στο υπόβαθρο της ταινίας και στον πρωταγωνιστή και το «θρίλερ» μας παραπέμπει στο ότι πρόκειται για μία ταινία η οποία θα είναι σχετικώς σκληρή. Δε θα κρύψει πράγματα, δε θα χαϊδέψει αυτιά και θα δείξει τα πράγματα όπως θα μπορούσαν να είναι σε μία αντίστοιχη φάση, σε ένα χωριό της Ελλάδας. Τα περισσότερα θα τα δείτε στη ταινία.

Π: Εγώ θέλω να μείνουμε στο εξής. Βασικά θέλω να σου κάνω μία ερώτηση την οποία πιστεύω ότι πολλοί τη σκέφτονται, ειδικά στην Ελλάδα. «Διευθυντής Φωτογραφίας» Νίκο. Θέλουμε λίγο να μας αναλύσεις αυτό το πόστο μιας και στην Ελλάδα δεν είμαστε ιδιαίτερα συνηθισμένοι σε όρους, πέρα από τα γνωστά σε εμάς σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός. Τι κάνει ο διευθυντής φωτογραφίας και πώς βοηθάει στην εξέλιξη της ταινίας και της συγκεκριμένης ταινίας, αν θέλεις να μας πεις.

Ν: Λοιπόν, ωραία η ερώτηση και πολλές φορές μιλάμε εμείς, μιλάμε με αυτούς τους όρους και είμαστε εξοικειωμένοι. Ο περισσότερος κόσμος όταν με ρωτάει και αναζητά κατά κάποιο τρόπο να μου δώσει μία – να το πούμε – ταμπέλα για καλό ή για κακό και του λέω «Διευθυντής φωτογραφίας», μου λέει «Α, διευθυντής φωτογραφίας, ωραία. Βγάλε μου μία φωτογραφία για το διαβατήριό μου.».

Π: Ναι. Πιστεύω ότι μπορείς να το κάνεις και αυτό έτσι; Δεν έχει να λέει. (γελώντας)

Ν: Ναι σίγουρα, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με ακριβώς αυτό το οποίο κάνουμε. Εκεί είναι που αναγκάζομαι περισσότερο να μπω σε διαδικασία να τους εξηγήσω ακριβώς τι κάνω και τότε οι περισσότεροι με έκπληξη μου λένε «Μα, αυτός είναι εξίσου σημαντικός με τον σκηνοθέτη.».

Π: Μάλιστα. Για μπες άλλη μία φορά σε αυτή τη διαδικασία αν και θα είναι για εσένα λίγο βαρετό, δε ξέρω, αλλά μπες πάλι.

Ν: Δεν είναι βαρετό. Λοιπόν, στην Ελλάδα είμαστε εξοικειωμένοι περισσότερο με τον γαλλικό όρο που λέγεται «οπερατέρ» και αυτά βέβαια μπορούμε – αν τα αναλύσουμε περισσότερο – να δούμε ότι υπάρχουν διακριτοί ρόλοι και θέσεις μέσα σε μία ταινία. Ουσιαστικά ο διευθυντής φωτογραφίας είναι φορτισμένος με το έργο του να βρίσκεται δίπλα στον σκηνοθέτη και να οπτικοποιεί, να γυρίσει – κατά κάποιο τρόπο -, να τραβήξει, να καταγράψει, όσο το δυνατόν πιο κοντά στις οδηγίες του σκηνοθέτη, το όραμά του. Δηλαδή, ουσιαστικά ο σκηνοθέτης ο οποίος έχει ένα σενάριο που μπορεί να το έχει γράψει ο ίδιος ή κάποιος άλλος, έχει ένα συγκεκριμένο όραμα για το πώς θα γυριστεί μία ταινία, για το πώς θα γυριστούν σκηνές, ποιά σκηνή θα προηγηθεί από κάποια άλλη, το χρώμα, την ατμόσφαιρα και απευθύνεται στον αμέσως επόμενο που είναι δίπλα του, που είναι ο διευθυντής φωτογραφίας και συζητάνε ακριβώς αυτό το πράγμα. Ο διευθυντής φωτογραφίας από τη δική του τη μεριά είναι αυτός ο οποίος θα επιλέξει τη κάμερα, θα επιλέξει το πλάνο, σε συνεννόηση πάντοτε με τον σκηνοθέτη – δε μπορεί να το κάνει μόνος του -, θα επιλέξει τον κατάλληλο φωτισμό, θα δημιουργήσει την ανάλογη ατμόσφαιρα, θα είναι αυτός ο οποίος θα προτείνει την κίνηση της κάμερας, τη «χορογραφία» της κάμερας και κατ’ επέκταση θα είναι αυτός ο οποίος θα χειριστεί τα φώτα και την κάμερα – κυρίως την κάμερα – για να καταγράψει την δράση των ηθοποιών και τα τοπία και τους χώρους και όλα αυτά τα οποία απαρτίζουν τη ταινία. Είναι αυτός που ουσιαστικά θα δημιουργήσει τα πλάνα της ταινίας.

Π: Μάλιστα. Οπότε αυθεντικά κι ουσιαστικά συνδημιουργός.

Ν: Ακριβώς αυτό. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι σε ιεραρχία βρίσκεται λίγο πιο κάτω από τον σκηνοθέτη και όλοι μας βρισκόμαστε κάτω από τον παραγωγό, έτσι;

Π: Ναι, ναι, καλά… αν δεν υπάρχει χρήμα δε γίνεται ταινία. Ναι.

Ν: Ακριβώς. Βρίσκεται (ο διευθυντής φωτογραφίας) λίγο πιο κάτω από τον σκηνοθέτη και είναι ο μόνος μετά τον σκηνοθέτη και τον βοηθό που έχει το δικαίωμα να δώσει cut σε μια σκηνή. Δηλαδή η δικαιοδοσία μου εμένα, αν κρίνω ότι το πλάνο δε πηγαίνει καλά, έχω το δικαίωμα να πω ότι κάνουμε cut, κόβουμε το γύρισμα και το βλέπουμε κάπως αλλιώς. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Είναι πάρα πολύ σημαντικό και αυτό δείχνει και το βάρος που έχει ο συγκεκριμένος ρόλος και την σημαντικότητά του μέσα σε ένα set.

Π: Να πιαστώ πάνω σε αυτό. Θέλω να σου θέσω μία ερώτηση ειδικά για το βάρος που είπες τώρα. Έχουμε μια ταινία λοιπόν που με βάση το director’s note και όλα αυτά εν τω μεταξύ να πούμε και να κάνουμε μια παρένθεση: το director’s note, τη σύνοψη του σεναρίου κι όλα αυτά τα πράγματα για τα οποία συζητάμε παιδιά, όπως και φωτογραφίες και πλούσιο υλικό, μπορείτε να βρείτε στη σελίδα της ταινίας blindfaithmovie.com. Αν μπείτε εκεί, όλα αυτά τα βρίσκετε. Να το πούμε κιόλας για τους ανθρώπους που μας ακούνε ότι για όλα αυτά, αλλά και πιο αναλυτικά ακόμα, μπορούν να τα βρουν εκεί.

Ν: Καθώς επίσης και φωτογραφίες και media τα οποία υπάρχουν, συνεντεύξεις οι οποίες έχουν δοθεί και περισσότερο μία γνωριμία με τους ανθρώπους τους οποίους συμμετέχουν και τρέχουν τη συγκεκριμένη δουλειά.

Π: Έχουμε λοιπόν μία ταινία που βάσει το director’s note θα υπάρχουν μεγάλες αντιθέσεις και ποικιλομορφία χρωμάτων, όπως επίσης και έντονες εναλλαγές φωτεινών / σκοτεινών διαστάσεων που θα θέλουν να αναδείξουν τα εσωτερικά συναισθήματα των ηρώων. Η σελίδα είναι βιβλιόφιλων. Ασχολούνται πάρα πολύ με βιβλία, εδώ στο «Πυθαγόρειο Θεώρημα». Αυτή η τεχνική εμένα προσωπικά μου θυμίζει λογοτεχνικά τη τεχνική του Καμί στον «Ξένο». Δηλαδή ότι μέσω των συνθηκών και μέσω όλων αυτών προσεγγίσεων και των φυσικών, αλλά και των συναισθηματικών προσπαθούμε να δείξουμε το τι ακριβώς είναι οι ήρωες και πώς αντιδρούν οι ήρωες πάνω στις συνθήκες. Εγώ λοιπόν θέλω να σε ρωτήσω, βάσει όλων αυτών και αυτού του οράματος που βλέπω μέσα στο Director’s Note της Ακριβής, πώς έχεις σκοπό να προσεγγίσεις αυτές τις κατευθύνσεις και αν είναι ένα επιπλέον βάρος για εσένα, γιατί είναι πολύ απαιτητικό έτσι όπως το διαβάζω τουλάχιστον.

Ν: Μία ταινία, ιδιαίτερα τη στιγμή που λέμε ότι πρόκειται για ένα θρησκευτικό θρίλερ, μπορούμε άμεσα να τη χαρακτηρίσουμε ως αφηγηματική. Τι σημαίνει αφηγηματική ταινία; Σημαίνει ότι ουσιαστικά η ιστορία έτσι όπως θα παρουσιαστεί θα διηγηθεί ακριβώς μια κατάσταση, την ιστορία κάποιων ανθρώπων. Οι οποίοι κατ’ επέκταση υπάρχουν, δρουν κι αλληλοεπιδρούν μέσα σε έναν συγκεκριμένο χώρο. Όλα αυτά τα στοιχεία, ξεκινώντας από τους χαρακτήρες που οι χαρακτήρες πλάθονται από τους ηθοποιούς με τη βοήθεια του σκηνοθέτη και τη καθοδήγησή του, πράγμα το οποίο το είπαμε λίγο πιο πριν για το πώς λειτουργεί ο Χρήστος, αλλά και οι περισσότεροι άλλοι ηθοποιοί με τις τεχνικές τους, μπορούμε να δούμε ότι κατά τον ίδιο τρόπο διαμορφώνονται και οι χώροι, διαμορφώνονται τα τοπία, διαμορφώνονται ακόμα – ακόμα πράγματα που αφορούν το πώς ένας ηθοποιός θα ντυθεί, πώς ένας ηθοποιός θα μακιγιαριστεί κι όλα αυτά μαζί είναι αυτά τα οποία πλάθουν και συμπληρώνουν τον ήρωα και τον χαρακτήρα. Καθώς επίσης και την ιστορία. Δε ξέρω αν είμαι σαφής σε αυτό…

Π: Σαφέστατος. Απλά, ξέρεις… η ερώτηση (υφίσταται), γιατί είναι ένα ιδιαίτερο κομμάτι αυτό και για αυτό δίνω βαρύτητα. Μέσω όλων αυτών των εναλλαγών, των χρωμάτων, της φύσης, του τόπου θέλει η Ακριβή απ’ ό,τι βλέπω μέσω όλων αυτών των πραγμάτων (γενικότερα) να τα βάλει δίπλα στα συναισθήματα που δείχνουν οι ηθοποιοί. Αυτό θέλω να αποτυπώσω. Δηλαδή πώς μπορεί να γίνει αυτός ο παραλληλισμός; Ποιό είναι το όραμά σας;

Ν: Αυτή σου η ερώτηση ουσιαστικά απαντάει σε αυτό που είχα πει στην αρχή, ότι η παραγωγός μας όταν άκουσε τη βάση του σεναρίου, μας είπε ότι η ταινία θα γυριστεί εδώ. Γιατί μας το είπε και τι σημαίνει ακριβώς αυτό; Όταν εμείς τέλη του 2019 – αρχές του 2020, βρεθήκαμε στη Μάνη, έχοντας μία πρόχειρη version του σεναρίου όπου πηγαίναμε λέγαμε «Α, εδώ θα είναι το σπίτι του ιερέα. Α, εδώ θα είναι η κεντρική μας Εκκλησία.». Ειδικά για την Εκκλησία το είπαμε είκοσι φορές. Σε κάθε Εκκλησία που πηγαίναμε λέγαμε «Α, εδώ είναι η Εκκλησία μας» – «Α, εδώ είναι η Εκκλησία μας» – «Α, εδώ είναι η Εκκλησία μας».

Π: Θέλω να ελπίζω ότι τελικά καταλήξατε ποια είναι η Εκκλησία σας.

Ν: Πιο κάτω βρεθήκαμε σε ένα πάρα πολύ ωραίο χωριό κι είπαμε «α, εδώ θα κάνουμε τα περισσότερα γυρίσματα, αλλά και το επόμενο χωριό που είδαμε μετά ήταν εξίσου καλό και δε μπορούσαμε να διαλέξουμε.

Π: Και στη Καλαμάτα Νίκο; Έχω ακούσει και την Ακριβή που λέει και στη Καλαμάτα.

Ν: Ναι, ναι και στη Καλαμάτα θα υπάρχουν γυρίσματα. Πολλές φορές όταν βρίσκεσαι σε έναν τόπο, ο ίδιος ο τόπος έχει να σου συμπληρώσει, έχει να σου δώσει πολλά στοιχεία και αυτά τα στοιχεία που σου δίνονται κατά κάποιο τρόπο συμπληρώνουν αυτό το οποίο έχεις οραματιστεί κι έχεις φανταστεί για τη ταινία. Πολλές φορές αν πας κι όχι ιδιαίτερα προετοιμασμένος με ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά σου, πηγαίνοντας σε ένα μέρος και έναν τόπο διαπιστώνεις ότι ο τόπος έχει μία ατμόσφαιρα, έχει μία αύρα, έχει κάποια πράγματα τα οποία φαίνεται πως είναι κάποιες πατίνες που φαίνονται πάνω στους τοίχους, πάνω στις πέτρες, έχει ένα ιδιαίτερο χρώμα. Αν πας με συννεφιά, διαπιστώνεις ότι το χρώμα της πέτρας αναδεικνύεται. Αν πας με ήλιο, διαπιστώνεις ότι αναδεικνύεται η υφή της πέτρας. Οπότε όλα αυτά τα στοιχεία είναι αυτά τα οποία θα πρέπει ένας διευθυντής φωτογραφίας μαζί με έναν σκηνοθέτη να κοιτάξουν να τα διαλέξουν, γιατί τα στοιχεία είναι τόσα πολλά και άπειρα και τα δεδομένα είναι τόσα πολλά που θα πρέπει κατά κάποιο τρόπο να μπορούν να είναι σε θέση να τα διαλέξουν και με αυτά τα στοιχεία – ουσιαστικά – να διαμορφώσουν τη ταινία. Εδώ υπάρχει μία μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο πως διαχειρίζονται οι μεγάλες παραγωγές και οι παραγωγές στην Ελλάδα. Οι μεγάλες παραγωγές έχουν πάρα πολλά χρήματα. Τα πάρα πολλά χρήματα που έχουν, τους δίνουν έναν παραπάνω έλεγχο. Πράγματα το οποίο τι σημαίνει. Ότι μπορεί ο σκηνοθέτης αν έχει χρήματα, να ζητήσει συγκεκριμένο σκηνικό με συγκεκριμένη ατμόσφαιρα, συγκεκριμένα χρώματα τα οποία θα εξυπηρετήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το δικό του όραμα. Εμείς στην Ελλάδα, πολύ δε περισσότερο αν θέλουμε να κάνουμε μία ταινία που θέλουμε να αναφέρεται σε έναν τόπο, έχουμε έναν τεράστιο πλούτο και μία τεράστια ομορφιά σε φυσικά τοπία και σε περιοχές στις οποίες πρέπει να πάμε εκεί και μέσω της διαδικασίας του «reperage» να γυρίσουμε αυτές τις περιοχές, να τις καταγράψουμε σε διαφορετικές ώρες της ημέρας. Είναι μία επίπονη διαδικασία και αυτή όπως όλη η διαδικασία του να δημιουργήσεις μία ταινία, πολύ δε περισσότερο όταν δεν έχεις και πάρα πολλά χρήματα, είναι μία ιδιαίτερα πολύ επίπονη διαδικασία. Μπορεί να ακούγεται σε πολλούς ότι πάμε για ένα ταξιδάκι, αλλά στην ουσία δε πάμε για ένα ταξίδι, αλλά πάμε για δουλειά. Πρέπει να πάμε στους τόπους, να καταγράψουμε τους τόπους, τα μέρη, διαφορετικές ώρες και με διαφορετικές καιρικές συνθήκες. Αλλιώς είναι ένας τόπος το Καλοκαίρι, αλλιώς είναι ένας τόπος τον Νοέμβρη, αλλιώς είναι ένας τόπος χιονισμένος τον Γενάρη.

Π: Ναι, ουσιαστικά αυτό που θέλω να πω είναι ότι όταν έχεις μία σκληρή σκηνή, μία σκηνή που τα συναισθήματα είναι πολύ πιο έντονα, επιλέγεις και τις ανάλογες καιρικές συνθήκες και τον ανάλογο τόπο. Βοήθησε από μόνος του ο τόπος εσύ μου λες.

Ναι, πηγαίνοντας στη Μάνη, βρήκαμε ακριβώς τις σπηλιές τις οποίες θέλουμε για την εξέλιξη της ιστορίας μας.

Π: Η Εκκλησία τελικά ποια ήταν;

Ν: Δε θα αποκαλύψουμε ποια ήταν η Εκκλησία, αλλά βρήκαμε ακριβώς την Εκκλησία την οποία θέλουμε και μας ταιριάζει οπτικά σε αυτό που θέλουμε να κάνουμε. Βρήκαμε σπίτια και σε αυτό πάλι θα τονίσω την μεγάλη συνεισφορά των ανθρώπων που ζουν σε συγκεκριμένα χωριά τα οποία επισκεφτήκαμε τα οποία μας υποδέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες και με ιδιαίτερη χαρά. Πολλές φορές ακόμα και με επιμονή μας έλεγαν «εδώ θα τη κάνετε τη ταινία, εδώ θα τη γυρίσετε». Αυτό ήταν κάτι που μας άφησε όλους έκπληκτους και πάρα πολύ χαρούμενους. Αυτό έχει να κάνει, ακριβώς όπως πολύ σωστά το ανέφερες, θα επιλέξεις αν θες να κάνεις μία ταινία ρεαλιστική, αν θες να κάνεις μία ταινία υπερρεαλιστική, αν θες να κάνεις μια ταινία θρίλερ, μία ταινία φαντασίας, θα πρέπει να βρεις εδώ στην Ελλάδα κάποιον χώρο, συγκεκριμένο καιρό, συγκεκριμένο διάστημα και συγκεκριμένη θέση του ήλιου η οποία θα υπηρετήσει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που θέλεις. Όπως προείπα αν έχεις χρήματα και παραγωγή, μπορείς να φτιάξεις μέχρι και ήλιο, να φωτίσεις όπως θέλεις και να κάνεις ό,τι θέλεις, αλλά αυτά είναι πράγματα τα οποία αναφέρονται σε ταινίες του Hollywood, σε μεγάλες παραγωγές που έχουν δυνατότητα να διαμορφώσουν αυτά τα δεδομένα ακριβώς όπως τα θέλει ο σκηνοθέτης. Βέβαια, αυτό είναι και παγίδα. Όταν έχεις τέτοιες δυνατότητες και τέτοιες επιλογές, πολλές φορές η ταινία πάσχει στο κομμάτι της ατμόσφαιρας. Πράγμα στο οποίο ποντάρουμε εμείς ως δημιουργοί της συγκεκριμένης ταινίας κι ευελπιστώ το στοίχημα αυτό να βγει υπέρ μας και να κερδίσουμε και να έχουμε μία ταινία αρκετά ατμοσφαιρική με πολύ ωραίο χρώμα το οποίο – στο σημείο αυτό μπορώ να πω – είναι εμπνευσμένο από αγιογραφίες. Είναι εμπνευσμένο από τη φύση που υπάρχει εκεί, στη περιοχή της Μάνης. Είναι εμπνευσμένο από την ατμόσφαιρα που έχει ένα καμένο δάσος που κάηκε πρόσφατα. Έχει όλα αυτά τα στοιχεία, τελοσπάντων από μόνα τους, αν βρεθεί κάποιος μπορεί να τα δει. Πολύ περισσότερο αν πάμε εμείς εκεί και μπορέσουμε να τα αναδείξουμε και να τα δείξουμε. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά κάποιος να τα ξεχωρίσει.

Π: Ξέρεις τι ακούω εγώ; Όλα τα μειονεκτήματα τα έχετε γυρίσει σε πλεονεκτήματα. Δηλαδή Χρήματα δεν έχουμε, αλλά πλεονεκτούμε στους τόπους. Καμμένο δάσος, αλλά δημιουργούμε μέσα από αυτό. Δηλαδή αυτό είναι κι ένα μεγάλο μήνυμα. Εγώ ήθελα να σε ρωτήσω κάτι άλλο. Στην ομάδα της «Τυφλής Πίστης» μιας και είπαμε τα πιο σημαντικά ονόματα, βλέπω πολλά γυναικεία ονόματα. Πράγμα το οποίο το βρίσκω, προσωπικά, εξαιρετικά θετικό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι επιτέλους έχουμε γυναικοκρατία σε μία ταινία μεγάλου μήκους. Κι αν ναι, πόσο σημαντικό πιστεύεις ότι είναι αυτό σε σχέση πάντα με τη περίοδο που διανύουμε κι ότι τα γυναικεία στόματα δε φοβούνται να εκφραστούν με κάθε τρόπο. Αυτό θέλω να μου πεις.

Ν: Αυτό ήταν μία πολύ ωραία, πάλι, ερώτηση. Οφείλω να πω ίσως όχι πρωτοτυπώντας, νιώθω ιδιαιτέρως ευλογημένος – για να είμαι και στο κλίμα της ταινίας – με το γεγονός ότι συνεργάζομαι σε μία ταινία όπου τα κύρια μέλη, δηλαδή η παραγωγός μας και η σκηνοθέτης μας είναι γυναίκες. Δηλαδή γυναίκες δε περιορίζονται απλά στο να συμμετάσχουν ή να ασχοληθούν, ας πούμε, με κάτι δευτερεύον. Πρωταγωνιστούν στη συγκεκριμένη περίπτωση. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο η Νιόβη που αναφέραμε, η σκηνογράφος και ενδυματολόγος μας είναι εξαιρετική πραγματικά και έχει τεράστια εμπειρία, η Μαρία Καραθάνου, έχει πολύ μεγάλη εμπειρία και θα μας βοηθήσει πάρα πολύ στο πώς ακριβώς θα δημιουργήσουμε και θα φτιάξουμε τη ταινία και πραγματικά όλοι οι υπόλοιποι – αρκετοί ρόλοι σε όλα τα τμήματα επανδρώνονται, είτε κυρίως… «επανδρώνονται» πάλι. Ορίστε! Πώς η ίδια η γλώσσα σε βγάζει ψεύτη πάρα πολλές φορές.

Π: Είναι κι η ίδια η γλώσσα πατριαρχική. Τέλος πάντων. Συνέχισε! Συμπληρώνουν…

Ν: Να το επαναδιατυπώσω, οι περισσότερες ομάδες αποτελούνται ταυτόχρονα και εξίσου μοιρασμένα και από άνδρες και από γυναίκες. Συμπεριλαμβάνουν μάλλον, όλες οι ξεχωριστές ομάδες που δημιουργούν τη συγκεκριμένη ταινία και γυναίκες και άντρες.

Π: Ναι, αλλά κυρίως μιλάμε για ένα γυναικείο όραμα. Αυτό δε θα τους το πάρεις.

Ν: Ακριβώς, ακριβώς και αυτό μάλιστα έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι πάρα πολλές φορές το πώς διαπραγματεύεται μία γυναίκα ένα συγκεκριμένο θέμα, το πώς η ευαισθησία που έχει πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα, η άποψη, η οπτική η οποία έχει μία γυναίκα σύγχρονη πάνω σε όλα αυτά τα ζητήματα που πραγματεύεται η ταινία είναι ιδιαίτερα χρήσιμα στοιχεία για να διαμορφώσουν κάτι το διαφορετικό, κάτι το οποίο δεν είναι οικείο και δεν είμαστε ιδιαίτερα εξοικειωμένοι και στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο, ιδιαίτερα από τη στιγμή που οι περισσότεροι σκηνοθέτες δυστυχώς ή ευτυχώς είναι άντρες.

Π: Ναι, και συγκεκριμένα η σκηνοθέτιδα που ακούει στο όνομα Ακριβή Κόλλια και θέλω να μείνουμε σε αυτό. Η ματιά της είναι «dark», είναι σκοτεινή και αυτό λείπει λίγο από την Ελλάδα.

Ν: Όχι, λείπει. Λείπει αρκετά. Πάρα πολλές φορές όταν ακούμε θρίλερ το συνδυάζουμε με αυτό που αναφέρουν οι Αμερικάνοι ως horror movie. Δηλαδή μία ταινία που θα έχει σφαγές, θα έχει αίματα, θα έχει πυροβολισμούς, θα έχει χρώματα.

Π: «Σπλατεριές», «σπλατεριές» ναι, ναι…

Ν: Ναι, όπου πολλές φορές μπορεί να έχει σοβαρό σκοπό, αλλά καταλήγει να είναι κωμική ή να αποτελεί ένα… παρά αυτά που δείχνει, ένα ευχάριστο θέαμα. Στη προκειμένη περίπτωση όμως όταν λέμε θρίλερ, εννοούμε μία ταινία που έχει…

Π: Είναι Θρίλερ.

Ν: Ακριβώς. Έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στις ψυχολογίες των χαρακτήρων. Εμβαθύνει στους χαρακτήρες και σε αυτά τα οποία κάνουνε και θέλουν να κάνουνε. Υπάρχουν τα κίνητρα. Υπάρχουν όλα εκείνα τα στοιχεία εκείνα της αφήγησης τα οποία επιβεβαιώνονται ουσιαστικά στο σενάριο και κατ’ επέκταση ευελπιστούμε να καταφέρουμε να τα επιβεβαιώσουμε και στα πλάνα της συγκεκριμένης ταινίας και στο πώς θα γυριστεί και στο πώς θα παρουσιαστεί η ταινία.

Π: Μάλιστα. Κάτι άλλο όσον αφορά την προετοιμασία της ταινίας. Βλέπω έναν ακραίο επαγγελματισμό για τα ελληνικά δεδομένα και θα σου πω γιατί. Θέλω να αναφέρω κάποια παραδείγματα. Βλέπω σε συνεντεύξεις επίσκεψη σε εικαστικό και συλλέκτη τον κύριο Δημήτρη Ηλιόπουλο για τον τομέα της αγιογραφίας.

Ν: Ναι, ναι, πρόκειται για έναν καταπληκτικό άνθρωπο, έναν ιδιαίτερο μελετητή και γνώστη θεμάτων που άπτονται σε αγιογραφία, σε τελετουργία της εκκλησίας και σε θέματα τα οποία αφορούν – αν μπορούμε να το πούμε – το σκηνογραφικό τμήμα, το σκηνογραφικό μέρος της ταινίας και αυτών των οποίων θέλουμε να δείξουμε. Ο ίδιος είναι συλλέκτης. Ο ίδιος σε επίσκεψη που πήγαμε σε αυτόν, μας έφερε σε επαφή με αντικείμενα: δισκοπότηρα, άμφια, εικόνες και ο ίδιος θα συμμετάσχει και θα συνυπάρχει μαζί μας στα γυρίσματα ως σύμβουλος. Θα είναι κάθε μέρα μαζί μας ούτως ώστε να μας διορθώνει και να μη παρεκκλίνουμε και να μη ξεφύγουμε και κάνουμε λάθη τα οποία πολλές φορές λόγω γυρισμάτων, ταχύτητας κεκτημένης μπορεί να τα προσπεράσουμε. Ο ίδιος είναι εξαίρετος ψάλτης και πέραν τούτου, αυτό το οποίο έχει ιδιαίτερη σημασία, στη γνωριμία που είχε με τον Χρήστο Βασιλόπουλο του έδωσε να πιάσει ένα δισκοπότηρο, ένα θυμιατό, μας έδειξε ακριβώς πώς είναι να χειρίζεσαι ένα θυμιατό. Πάνω στο θυμιατό τι συμβολισμοί υπάρχουν. Αντίστοιχα στο δισκοπότηρο τι συμβολισμοί υπάρχουν, γιατί κάθε αντικείμενο μέσα στην Εκκλησία, κάθε κομμάτι της τελετουργίας έχει μία ιδιαίτερη σημασία. Πράγματα τα οποία με τη βοήθεια του συγκεκριμένου ανθρώπου, καθώς επίσης και πολλών ανθρώπων της Εκκλησίας τους οποίους επισκεφτήκαμε ξεδιαλύναμε και μελετούμε κι εμείς με τη σειρά μας για να είμαστε όσο το δυνατόν πιο ακριβείς και σωστοί.

Π: Επίσης μέχρι και soundtrack της ταινίας είναι έτοιμο. Σε στίχους Ακριβής Κόλλια και σύνθεση James Arvanitis. Δηλαδή αυτό εννοούσα λέγοντας προετοιμασία. Η προετοιμασία έχει φτάσει σε ένα επίπεδο που όλα τα άλλα είναι έτοιμα και το μόνο που λείπει είναι να γίνουν τα γυρίσματα.

Ν: Μέσα σε αυτό το οποίο λέμε, στο θετικό πνεύμα και στη θετική ενέργεια που έχει όλη η ταινία είναι και το γεγονός ότι πέραν ημών των βασικών συντελεστών και όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές είναι ιδιαίτερα ταλαντούχοι άνθρωποι οι οποίοι μέσω αυτής της ταινίας όπως και εμείς που είναι κι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία να ζητάμε μία ευκαιρία που τα προηγούμενα χρόνια λόγω δεδομένων και συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί στην Ελλάδα για τα κινηματογραφικά θέματα, δε την είχαν ποτέ. Δηλαδή μία ευκαιρία που δε τους δόθηκε ποτέ. Το γεγονός αυτό μας έχει ενώσει.

Π: Αξιοσημείωτο από μόνο του αυτό.

Ν: Ναι, ακριβώς. Πραγματικά πάρα πολλές φορές, εκεί που «τελειώνει» το ταλέντο και η δύναμη του ενός, ξεκινάει η δύναμη και το ταλέντο του άλλου με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί μία πάρα πολύ δυνατή ομάδα η οποία, πάλι το ξαναλέω σαν σπασμένο γραμμόφωνο, βάζει ένα μεγάλο στοίχημα, ένα μεγάλο ρίσκο και ευελπιστούμε όντως αυτό το πράγμα να επιβεβαιωθεί.

Π: Το στάδιο των δοκιμαστικών γυρισμάτων έχει λάβει τέλος. Πού βρίσκεται τώρα η ταινία;

Ν: Η ταινία είναι στο στάδιο προ-παραγωγής. Κάποια κομμάτια, όπως ανέφερες χαρακτηριστικά το soundtrack της ταινίας, έχουν ολοκληρωθεί κι υπάρχει ουσιαστικά μία πρώτη ιδέα, μία πρώτη βάση πάνω στην οποία μπορούμε να δούμε και να συνεχίσουμε. Έχουν ολοκληρωθεί κατά ένα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό οι διαδικασίες του reperage, δηλαδή έχουμε πάει έχουμε δει τα μέρη, έχουμε κλειδώσει μουσεία, κάποιους συγκεκριμένους τόπους. Αναζητούμε τους τρόπους εκείνους με τους οποίους ουσιαστικά θα κλείσουμε συγκεκριμένους χώρους για όταν θα ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Έχει ολοκληρωθεί ένα μεγάλο μέρος των πρώτων προβών και εκεί είναι που διαφέρουμε κατά κάποιον τρόπο απ’ ό,τι γίνεται και είθισται συνήθως στην Ελλάδα. Πολλές φορές οι πρόβες απ’ ό,τι έχουμε ενημερωθεί από τους ηθοποιούς μας, γίνονται τελευταία στιγμή και λίγο πριν ξεκινήσει η ταινία. Εμείς ξεκινάμε πιο πριν, γιατί έχουμε τη δυνατότητα να το κάνουμε αυτό. Δίνουμε, και κυρίως η σκηνοθέτης μας δίνει περιθώριο, δρόμο και χώρο στους ηθοποιούς να αναπτύξουν τους ρόλους και να προχωρήσουν από μόνοι τους κάποια πράγματα και ουσιαστικά κολλάμε στο κομμάτι που κολλάνε οι περισσότεροι – κι εδώ δεν πρωτοτυπούμε δυστυχώς – που είναι το κομμάτι της χρηματοδότησης. Ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό πολλά ακούγονται, αλλά πάρα πολύ λίγα γίνονται και ουσιαστικά προσπαθούμε και εμείς όπως πάρα πολλοί άλλοι Έλληνες κινηματογραφιστές είτε με το πρώτο τους έργο, είτε ακόμα περισσότερο και αν έχουν αποδείξει την αξία και το έργο τους και ακόμα κι εκείνοι δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότηση. Μέσα σε αυτό το τοπίο προσπαθούμε, έχουμε κολλήσει στο κομμάτι της χρηματοδότησης.

Π: Που ήδη να φανταστώ, είναι μία μεγάλη βοήθεια το ότι υπάρχουν κι οι Γερμανοί συμπαραγωγοί, αλλά χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερο κεφάλαιο.

Ν: Ακριβώς. Μα τι γίνεται; Υπάρχουν σίγουρα οι Γερμανοί συμπαραγωγοί. Σίγουρα υπάρχει μία δυναμική από τη δική μας εταιρεία παραγωγής, αλλά αυτή η δυναμική φτάνει μέχρι ένα επίπεδο. Από εκεί και έπειτα πρέπει να εμφανιστούν άνθρωποι να αγαπήσουν αν όχι περισσότερο, σίγουρα με τον τρόπο που αγαπάμε εμείς τη συγκεκριμένη ταινία και να την χρηματοδοτήσουν ούτως ώστε να προχωρήσει. Πέρα από ανθρώπους οι οποίοι μπορούν να το κάνουν αυτό, δηλαδή αναφέρομαι σε ιδιωτική πρωτοβουλία, πολύ σημαντική θα φανεί η βοήθεια, αν υπάρξει, κι από το ίδιο το κράτος.

Π: Που μακάρι να υπάρξει Νίκο. Θα μου επιτρέψεις να πω κι εγώ την άποψή μου. Γενικότερα να βοηθάμε τις προσπάθειες αυτές.

Ν: Ως προς αυτό το κομμάτι υπάρχουν πάρα πολλά ζητήματα. Καθώς επίσης και από φορείς όπως η ΕΡΤ και ενδεχομένως κάποιες άλλες ψηφιακές πλατφόρμες οι οποίες αν έχουν κάποιο ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη ταινία και για τις ταινίες τις ελληνικές εν γένει, χρηματοδοτούν. Γενικότερα, εντάξει… δε ξέρω κατά πόσο μπορούμε να το πούμε, αλλά είναι μία πονεμένη ιστορία, η ιστορία της χρηματοδότησης.

Π: Ιδιαίτερα πονεμένη – ιδιαίτερα πονεμένη.

Ν: Πολλές φορές αν δεν έχεις χρηματοδότηση από κάπου, η ιδιωτική πρωτοβουλία διστάζει να σε χρηματοδοτήσει. Δηλαδή υπάρχει μία σχέση αυγού και κότας. Απ’ τη μία αν δεν έχεις μία κρατική επιχορήγηση, ένας ιδιώτης θα πει «αφού δε σου έχει δώσει το κράτος λεφτά, δε βάζω εγώ.», αλλά αντίστοιχα όταν ετοιμάζεις έναν φάκελο για να ζητήσεις λεφτά από το κράτος, σου λέει «δεν έχεις τη στήριξη από κανέναν, εγώ θα σε στηρίξω πρώτος;». Υπάρχει αυτό το πέρα δώθε συνέχεια και το «μπαλάκι». Υπάρχει αυτή η κατάσταση που όσο εμβαθύνεις και ψάχνεις μέσα σε αυτό το θέμα υπάρχουν όλες αυτές οι δυσκολίες.

Π: Αν το δούμε αισιόδοξα Νίκο, πότε βλέπεις να βγαίνει η ταινία στα σινεμά να τη δούμε;

Ν: Μία αισιόδοξη πρόβλεψη είναι ότι αν το χρηματοδοτικό κλείσει μέσα στους επόμενους μήνες που έχουν γίνει ορισμένες κινήσεις για να γίνει ακριβώς αυτό το πράγμα, η ταινία ουσιαστικά θα ξεκινήσει τα γυρίσματα το Νοέμβρη του 2022.

Π: Επειδή θέλουμε και Φθινόπωρο, γιατί είναι έτσι η ταινία.

Ν: Ακριβώς, ακριβώς. Το Φθινόπωρο θα μας διευκολύνει πολύ για τη ταινία και κατ’ επέκταση θα το δούμε στα μέσα ή το Καλοκαίρι του 2023.

Π: Καλώς εχόντων των πραγμάτων δηλαδή το ’23 αν έχουν πάει όλα καλά;

Ν: Ακριβώς.

Π: Μάλιστα… και να σου πω και μία γενική ερώτηση μιας κι είσαι στα πράγματα τόσα χρόνια κι έχεις μία εμπειρία, δηλαδή γενικότερα τι μέλει γενέσθαι για τον ελληνικό κινηματογράφο, γιατί βλέπουμε ότι οι ταινίες λιγοστεύουν, αλλά από την άλλη έχουμε το καλό στη τηλεόραση ότι είναι περισσότερες οι ελληνικές σειρές. Δηλαδή αυτό το οξύμωρο. Πες μου.

Ν: Η ελληνική αγορά, ιδιαίτερα στο κομμάτι που αφορά τις ταινίες, κακά τα ψέματα, είναι μία μικρή αγορά. Έχοντας δει ελάχιστα κάποιους αριθμούς, μπορώ να αναφέρω το εξής οξύμωρο. Μία ελληνική ταινία θεωρείται πετυχημένη εισπρακτικά και στους κινηματογράφους αν κάνει πάνω από τριάντα χιλιάδες εισιτήρια. Ενδέχεται οι άνθρωποι που ασχολούνται και δουλεύουν ενεργά με τον κινηματογράφο και με τη τηλεόραση στην Ελλάδα να είναι πάνω από τριάντα χιλιάδες. Επομένως μιλάμε για μία αγορά όπου απευθύνεται σε ένα πολύ μικρότερο κοινό από αυτούς που δημιουργούν. Πράγμα το οποίο αν το δούμε συνολικά βλέπουμε ότι υπάρχει τεράστια προσφορά ταλέντου, τεράστια προσφορά δουλειάς και εργασίας με όχι την ανάλογη ζήτηση. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε πάρα πολλούς παράγοντες. Από λάθη τα οποία είχαν γίνει τα προηγούμενα χρόνια, από ένα κοινό που διστάζει να δώσει ευκαιρίες και να δει κάτι διαφορετικό, γιατί έχει συνηθίσει σε ταινίες οι οποίες – να το πούμε – είναι χολιγουντιανές ταινίες.

Π: Πιο εύκολες, πιο «εύπεπτες», πιο «εύπεπτες»…

Ν: Πιο εύκολες ναι, γιατί μάλιστα πολύ εύκολα χαρακτηρίζει μια ελληνική ταινία, την οποιαδήποτε ελληνική ταινία ένας: «Έλα μωρέ… σιγά μη πάω να δω αυτή τη κουλτούρα». Δεν είναι όλες οι ελληνικές ταινίες «κουλτούρα» και δεν είναι όλοι οι δημιουργοί «κουλτουριάρηδες».

Π: Με την έννοια που το λένε έτσι; Η κουλτούρα δεν είναι κάτι αρνητικό, αλλά πλέον έχει γίνει κάτι αρνητικό.

Ν: Ναι, έχει φτάσει να γίνεται κάτι αρνητικό. Προφανώς η κουλτούρα δεν έχει κάτι το αρνητικό. Ταυτόχρονα αν ψάξει κάποιος και δει, υπάρχει ζήτηση για μυθοπλασία, υπάρχει ζήτηση για αφηγηματικές ταινίες. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή πώς τα κανάλια επενδύουν στη παραγωγή ενίοτε πάρα πολύ καλών ελληνικών σειρών που δίνουν δουλειά σε ανθρώπους είτε ηθοποιούς, είτε τεχνικούς, είτε σκηνοθέτες.

Π: Το πιο σημαντικό είναι αυτό. 

Ν: Ακριβώς. Δίνουν δουλειά η οποία συνεχίζει. Δηλαδή δεν είναι δουλειά που κρατάει για λίγο η θα σταματήσει, αλλά πολλές δουλειές πάνε για δύο και τρία χρόνια. Αυτό είναι πάρα πολύ βοηθητικό και εξαιρετικό πράγμα το οποίο γίνεται. Τα τελευταία δύο – τρία χρόνια και ουσιαστικά αν βγάλουμε από τη μέση τον παράγοντα κορονοϊό που πήγε πίσω πάρα πολλές ταινίες και πάρα πολλά projects, υπάρχει μία διάθεση να γίνουν περισσότερες ελληνικές ταινίες, να ανοίξει η κινηματογραφική αγορά τη Ελλάδας και στο εξωτερικό, γιατί όπως είπαμε το ελληνικό κοινό ναι, μπορεί να είναι μικρό, αλλά πραγματικά υπάρχει μία ζήτηση και ένα ενδιαφέρον από ξένες χώρες για προϊόν που παράγεται στην Ελλάδα. Έχουμε καταπληκτικούς, ιδιαίτερα εμπνευσμένους συγγραφείς, σεναριογράφους, σκηνοθέτες και εξαιρετικά καταρτισμένες ομάδες τεχνικών, αλλά και εξαίρετους υπερταλαντούχους ηθοποιούς. Όλο αυτό το πράγμα σίγουρα, αν πάλι προσπεράσουμε τα χρόνια τα οποία περνάνε τώρα με τον κορονοϊό, σίγουρα θα είχαν αποκτήσει μία δύναμη, μία φορά προς τα μπροστά, ένα momentum. Ε, αυτό ανακόπηκε λόγω του κορονοϊού στη προκειμένη περίπτωση και ευελπιστούμε να ξαναξεκινήσει. Υπάρχουν κάποιες κινήσεις από το κράτος οι οποίες είναι τώρα στα πρώτα τους βήματα όπως το ΕΚΟΜΕ (Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας). Το Κέντρο Κινηματογράφου, όλοι αυτοί οι οργανισμοί που παραδοσιακά – ενδεχομένως – χρηματοδοτούσαν μέχρι τώρα τις ταινίες, αλλά υπάρχει και το ΕΚΟΜΕ που με τη διαχείριση του οποίου κατά κάποιον τρόπο έχουν γίνει κάποια λάθη, αλλά ευελπιστούμε ότι αυτά τα λάθη είναι λόγω του ότι είναι ακόμα στην αρχή. Ευελπιστούμε αυτή η κατάσταση στο μέλλον να διορθωθεί. Να διορθωθεί υπέρ των Ελλήνων δημιουργών, υπέρ των Ελλήνων τεχνικών, υπέρ των Ελλήνων ηθοποιών και συντελεστών ώστε να παράξουν ταινίες που ξεκινούν από την Ελλάδα, έχουν θέμα πανανθρώπινο, πανευρωπαϊκό και να απευθύνονται προς τα έξω. Δηλαδή υπάρχουν χώρες στην Ευρώπη που προσπερνούν ακόμα – ακόμα και τη δικαιολογία που υπήρχε, το εμπόδιο της γλώσσας. Ουσιαστικά απευθύνονται σε ένα κοινό που ξεφεύγει από τα σύνορα της χώρας τους και χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα του βορειοευρωπαϊκού κινηματογράφου ο οποίος δε διστάζει να μιλήσει τη γλώσσα και απευθύνεται με πάρα πολλούς γνωστούς δημιουργούς σε μία διεθνή αγορά.

Π: Κι όχι μόνο. Αυτό το βλέπουμε και σε επίπεδα σειρών. Μέσω του Netflix, βλέπουμε παραγωγές, ας πούμε τώρα ακούμε Κορεάτικα και ναι, «δε τρέχει κάστανο».

Ν: Ισχύει, γιατί παλιότερα υπήρχε η δικαιολογία όταν ζήταγες διανομή και σου λέγανε «Έλα μωρέ, ποιός θα ακούσει Ελληνικά; Οι ταινίες που είναι να πάνε έξω πρέπει να είναι στα Αγγλικά.». Αυτό είναι πολύ μεγάλο ψέμα. Μία ιδέα που είχε επικρατήσει λανθασμένα για πάρα πολλά χρόνια.

Π: Όχι, όχι τελείωσε αυτό. Εδώ Όσκαρ παίρνουν ταινίες (ξενόγλωσσες).

Ν: Προφανώς.

Π: Νίκο, σε ευχαριστώ πάρα πολύ.

Ν: Να είσαστε καλά. Ευχαριστώ πάρα πολύ για τη φιλοξενία.

Π: Τιμή μας.

Ν: Ευελπιστώ να σας έλυσα πολλές απορίες, αλλά και να σας δημιούργησα πολλά ερωτηματικά τα οποία ουσιαστικά ευελπιστούμε να τα δείτε όλα να απαντώνται όταν θα βγει η ταινία στον κινηματογράφο.

Π: Ευχόμαστε τα καλύτερα τόσο σε προσωπικό επίπεδο και επαγγελματικό, όσο και συλλογικό όσον αφορά τη ταινία. Μακάρι να τη δούμε αυτή τη ταινία, να πάμε να πληρώσουμε εισιτήριο και να τη θαυμάσουμε. Να είσαι καλά.

Ν: Ευχαριστούμε πάρα πολύ. Εγώ εκ μέρους της παραγωγής κι εγώ σαν Νίκος Δαλέζιος, ευχαριστώ. 

Π: Να είσαι καλά. Καλή συνέχεια. 

Ν: Γεια σας.

*Οι φωτογραφίες εντός του άρθρου είναι από τον Νίκο Δαλέζιο

Γράφει ο Παναγιώτης Θωμάς

Σχολιάστε